Η «εξωστρέφεια» της Εθνικής μας Βιβλιοθήκης

Έκλεισε ένας χρόνος από τον ορισμό του Εφορευτικού Συμβουλίου υπό την προεδρεία του καθηγητή Παθολογικής Φυσιολογίας στο Πανεπιστήμιο Αθηνών κ. Χαράλαμπου Μουτσόπουλου. Στο διάστημα αυτό η παρουσία της Εθνικής Βιβλιοθήκης στον ημερήσιο τύπο, έντυπο και ψηφιακό, σημείωσε εντυπωσιακή άνοδο, σε σύγκριση με τα προηγούμενα χρόνια. Στη σχετική αρθρογραφία επισημαίνονται τα προβλήματα και οι ελλείψεις της, η εγκατάλειψή της από την Πολιτεία, η ανάγκη μεταστέγασης και τα έργα που προγραμματίζονται στο Δέλτα του Φαλήρου, κυρίως όμως η τάση εξωστρέφειας, η οποία πιστώνεται στο Εφορευτικό Συμβούλιο και στη νέα της προσωρινή διοίκηση. Η αλλαγή αυτή, η οποία ορίζεται ως «άνοιγμα της Βιβλιοθήκης στο κοινό» ή διαφορετικά ως «η Εθνική Βιβλιοθήκη ανοίγει τις πύλες της στον πολιτισμό, στην επιστήμη και στην τέχνη», περιλάμβανε τις ακόλουθες δραστηριότητες, οι οποίες πραγματοποιήθηκαν από τον Σεπτέμβριο του 2011 έως και τον Μάιο του 2012:

Τετάρτη 28 Σεπτεμβρίου 2011, διεξαγωγή ιατρικού συνεδρίου.

Παρασκευή 7 Οκτωβρίου 2011, εκδήλωση της αμερικανικής πρεσβείας για τις ηλεκτρονικές βιβλιοθήκες.

Σάββατο 12 Νοεμβρίου, εκδήλωση αφιερωμένη στους χορηγούς της Εθνικής Βιβλιοθήκης.

Σάββατο 19 Νοεμβρίου 2011, εκδήλωση του κύκλου ποιητών με τίτλο «Ποίηση και Κρίση».

Τρίτη 13 Δεκεμβρίου 2011, απονομή βραβείου «εξαίρετης πανεπιστημιακής διδασκαλίας», παρουσία του Προέδρου της Δημοκρατίας.

Σάββατο 17 Δεκεμβρίου 2011, χριστουγεννιάτικη γιορτή με παραδοσιακούς χορούς.

Σάββατο 3 Μαρτίου 2012, ημερίδα με θέμα «Ψηφιακή Καινοτομία και Νέα Επιχειρηματικότητα» (συνεργασία ΕΒΕ και Οικονομικού Πανεπιστημίου Αθηνών).

Τετάρτη 7 Μαρτίου 2012, εκδήλωση με θέματα: «e-Library USA: In online wealth of information», «e-content: Success factors for Libraries» (συνεργασία ΕΒΕ, του IRC της Αμερικανικής πρεσβείας και του Goethe-Institut στην Αθήνα).

Σάββατο 17 Μαρτίου 2012, εκδήλωση με θέμα «Ποίηση και εξουσία» (συνεργασία ΕΒΕ και του Κύκλου Ποιητών).

Δευτέρα 19 Μαρτίου 2012, εκδήλωση αφιερωμένη στον αμερικανοαρμένιο συγγραφέα William Saroyan (συνεργασία ΕΒΕ με την Αρμενική Πρεσβεία και τον Αρμενικό Σύνδεσμο).

Σάββατο 28 Απριλίου 2012, ημερίδα με τίτλο «Τα βιβλία και οι παρέες» (συνεργασία ΕΒΕ και ομάδας ΘΑΛΗΣ+ΦΙΛΟΙ).

Κυριακή 27 Μαΐου 2012, παρουσίαση της όπερας «La Boheme» του Πουτσίνι (συνεργασία ΕΒΕ και Λυρικής Σκηνής).

Όπως φαίνεται από τον κατάλογο των «ανοιγμάτων», στην πραγματικότητα αυτά δεν ήταν τίποτε περισσότερο από την παραχώρηση του ενός και μοναδικού αναγνωστηρίου της Βιβλιοθήκης για τη διεξαγωγή σεμιναρίων, ημερίδων, συνεδρίων, λογοτεχνικών εκδηλώσεων ή για το ανέβασμα μουσικών έργων.

Κατά τη διάρκεια των «ανοιγμάτων» αυτών η Βιβλιοθήκη και το αναγνωστήριό της έκλειναν για τους αναγνώστες. Δηλαδή η Βιβλιοθήκη δεν επιτελούσε τον κύριο ρόλο της, την εξυπηρέτηση των αναγνωστών και των ερευνητών, προσλαμβάνοντας έναν νέο ρόλο, εκείνο του διοργανωτή ή συνδιοργανωτή εκδηλώσεων.

Είναι αλήθεια ότι η Βιβλιοθήκη παλαιότερα δεν φαινόταν καθόλου. Όμως ο τρόπος με τον οποίο επελέγη το «άνοιγμα», καταργεί ουσιαστικά τον λόγο ύπαρξης της Βιβλιοθήκης και υποψιάζει ότι πίσω από τις επιλογές αυτές υπάρχει η σταθερή θέση ότι η λειτουργία του αναγνωστηρίου της Βιβλιοθήκης είναι περιττή πολυτέλεια, ότι δεν εξυπηρετεί κανέναν σκοπό, ότι δεν είναι απαραίτητο να παραμένει ανοιχτό, ότι οι αναγνώστες, όσοι και αν είναι αυτοί που καθημερινά βρίσκονται στον χώρο, δεν κάνουν τίποτε ουσιαστικό, απλά περνούν την ώρα τους απασχολώντας το προσωπικό της Βιβλιοθήκης, το οποίο θα μπορούσε να κάνει άλλα πράγματα, όπως για παράδειγμα να ασκεί χρέη φύλακα κατά την διεξαγωγή των συναντήσεων και των ημερίδων στο αναγνωστήριο.

Κάθε φορά που ταξιδεύω σε άλλη χώρα με σκοπό την έρευνα, μετρώ και το τελευταίο λεπτό λειτουργίας των βιβλιοθηκών ή των αρχείων που επισκέπτομαι. Θέλω, απαιτώ, οι βιβλιοθήκες και τα αρχεία του τόπου που επισκέπτομαι, να είναι ανοιχτά, να τηρούν τα ωράριά τους, να εξυπηρετούν τους μελετητές, να τηρούν τον κανονισμό λειτουργίας τους, όπως αυτός είναι πλέον σε όλους γνωστός μέσα από τις ιστοσελίδες τους.

Δεν θα ήθελα πραγματικά να βρίσκομαι σε καμιά περίπτωση στη θέση του άτυχου ερευνητή, ο οποίος προγραμμάτισε τον χειμώνα του 2011 και την άνοιξη του 2012 το ταξίδι του στην Ελλάδα, με σκοπό να μελετήσει στην Εθνική Βιβλιοθήκη, είτε στο Αναγνωστήριο είτε στο Τμήμα Χειρογράφων, χωρίς να γνωρίζει ότι στο πλαίσιο του «ανοίγματος» της Εθνικής Βιβλιοθήκης στο κοινό, ορισμένες μέρες έκλεινε το αναγνωστήριο και μετατρεπόταν σε αμφιθέατρο για να φιλοξενήσει άσχετες με τον χώρο εκδηλώσεις. Τον φαντάζομαι να μετρά τις χαμένες μέρες και φυσικά τα χρήματα, διότι στην περίπτωση αυτή ο χρόνος είναι κυριολεκτικά χρήμα που χάνεται.

Δεν είναι κακή η ιδέα του ανοίγματος της Βιβλιοθήκης στο κοινό, χρειάζεται όμως να οριστεί ποιό είναι αυτό το «κοινό» ώστε να προσδιοριστεί και το είδος του «ανοίγματος». Αν ως «κοινό» ορίζονται οι σύνεδροι ενός συνεδρίου ή μιας ημερίδας ή ακόμη μιας εκδήλωσης λόγου, τότε οφείλω να παρατηρήσω ότι γι’ αυτούς η Βιβλιοθήκη ήταν όχι μόνον πάντα ανοιχτή, αλλά πιθανότατα και εξαιρετικά χρήσιμη στις μελέτες τους, εφόσον βέβαια είχαν την καλή συνήθεια να μελετούν στις βιβλιοθήκες και όχι στα ησυχαστήριά τους. Όσο για τους άλλους, τέτοιου είδους ανοίγματα δεν προσφέρουν τίποτε ιδιαίτερο. Έβλεπα, στη μία και μοναδική φορά που παραβρέθηκα σε μια τέτοια εκδήλωση, τα βλέμματα των παρισταμένων, πάνω στα ράφια που περιβάλλουν το αναγνωστήριο. Μάτια ανθρώπων που ουδέποτε έκαναν τον κόπο να ανέβουν τα σκαλιά και να δουν, έτσι όπως κάνουν τόσοι τουρίστες, το κτήριο από μέσα. Είμαι σίγουρος ότι, και μετά την πρώτη τους εμπειρία, δεν θα ξαναγυρίσουν για να δουν από κοντά κάποιο από τα παλιά ή τα καινούρια βιβλία που στοιβάζονται στα ράφια. Θα μείνουν μόνον με την εικόνα τους και μια γεύση, που δεν ξέρω αν είναι απέχθειας, αποστροφής, φόβου ή αδιαφορίας.

Μου έρχεται στο μυαλό η εικόνα των δεξιώσεων στο Βρετανικό Μουσείο δίπλα στα Μάρμαρα του Παρθενώνα, και νοιώθω πως βρίσκω την παράλληλη εικόνα που έψαχνα.

Το κοινό μιας Βιβλιοθήκης είναι πάντα ένα συγκεκριμένο κοινό, αυτό που χρησιμοποιεί τη Βιβλιοθήκη γι’ αυτό που είναι. Το κοινό αυτό βρίσκει τη Βιβλιοθήκη πάντοτε ανοιχτή, μπορεί με τα προβλήματά της και τις ελλείψεις της, αλλά πάντοτε ανοιχτή. Οι υπόλοιποι θα συνεχίζουν να τη βλέπουν από μακριά, ακόμη και αν για λίγο την επισκεφθούν με την ευκαιρία μιας εκδήλωσης. Τα «ανοίγματα» της Βιβλιοθήκης δεν προσθέτουν αναγνωστικό κοινό, όσο και αν θέλουν ορισμένοι να συνδυάζουν τις διακυμάνσεις του αριθμού των αναγνωστών με τις εκδηλώσεις που έγιναν.

Σίγουρα η Βιβλιοθήκη δεν θα πρέπει να μένει βουβή, ούτε φυσικά θα πρέπει να κρύβει τους θησαυρούς της. Οφείλει να προβάλλει ό,τι διαφυλάσσει, όμως αυτό θα πρέπει να γίνεται ως παράλληλη δραστηριότητα, χωρίς σε καμιά περίπτωση να παρακωλύεται ο βασικός της ρόλος. Το «άνοιγμα» μιας Βιβλιοθήκης δεν μπορεί να σημαίνει το κλείσιμο του αναγνωστηρίου της, δηλαδή την κατάργηση του κύριου ρόλου της. Μια τέτοια θεώρηση θα μπορούσε να προέλθει μόνο από πρόσωπα που αγνοούν τη σημασία του όρου «βιβλιοθήκη» και θεωρούν το νεοκλασικό κτήριο της οδού Πανεπιστημίου απλά ως κτήριο που έμενε έως τώρα ανεκμετάλλευτο, με χώρους που μπορούσαν να τύχουν καλύτερης «αξιοποίησης». Είμαι όμως βέβαιος ότι τούτο δεν αντικατοπτρίζει τις απόψεις ούτε των μελών του Εφορευτικού Συμβουλίου ούτε της Διεύθυνσης της Βιβλιοθήκης. Όλα οφείλονται, θέλω να πιστεύω, στην επιθυμία να αποκτήσει η Βιβλιοθήκη έναν ουσιαστικότερο ρόλο στα πνευματικά πράγματα του τόπου μας, όμως επιλέχθηκε λανθασμένος τρόπος. Η αλήθεια είναι ότι ένα άνοιγμα της Βιβλιοθήκης, όπως το οραματίστηκε η Επιτροπή, αυτή τη στιγμή δεν μπορεί ουσιαστικά να γίνει, αφού το υπάρχον κτήριο διαθέτει ένα αναγνωστήριο για τα έντυπα και ένα εξαιρετικά στενάχωρο για τα χειρόγραφα, χωρίς άλλους βοηθητικούς χώρους, που θα μπορούσαν να αξιοποιηθούν για την πραγματοποίηση παράλληλων εκδηλώσεων και εκθέσεων.

Η πολύχρονη αδιαφορία της Πολιτείας για την Εθνική Βιβλιοθήκη είχε ως αποτέλεσμα τον εγκλωβισμό της στο νεοκλασικό κτήριο που κτίστηκε με έξοδα των Βαλλιάνων στο τέλος του 19ου αιώνα και κάλυπτε επαρκώς τις ανάγκες έως και το τέλος της δεκαετίας του 1970. Η Βιβλιοθήκη εδώ και χρόνια χρειάζεται νέο κτήριο, το οποίο ουδέποτε δρομολογήθηκε, γιατί προφανώς κανένας από τους ιθύνοντες δεν ενδιαφέρθηκε. Η κραυγαλέα αυτή αδιαφορία συνεχίζεται φυσικά έως σήμερα. Απτό παράδειγμα, η διοίκηση της Βιβλιοθήκης. Αρκεί να θυμίσω ότι τελευταίος διορισμένος Διευθυντής της Εθνικής Βιβλιοθήκης ήταν ο Γ. Ζάχος, η θητεία του οποίου έληξε το 2005. Έκτοτε η Εθνική Βιβλιοθήκη διοικείται από προσωρινούς διευθυντές, στην ουσία υπαλλήλους που καλύπτουν τις τρέχουσες ανάγκες της.

Ας ελπίσουμε ότι με την κατασκευή της νέας Εθνικής Βιβλιοθήκης στο Δέλτα Φαλήρου, την ανέγερση της οποίας έχει αναλάβει το Ίδρυμα Σταύρος Νιάρχος, όλα θα αλλάξουν. Πιστεύω όμως ότι δεν φτάνουν τα κτίσματα για να αλλάξουν τα πράγματα, θα πρέπει να αλλάξουν και οι νοοτροπίες.

1 thoughts on “Η «εξωστρέφεια» της Εθνικής μας Βιβλιοθήκης

  1. Θεωρώ εξαιρετικά διαυγές το ποστ σας. Καταφέρνει ψύχραιμα να βάζει τα πράγματα σε άλλη θέση από την κυρίαρχη προπαγάνδα…

Τα σχόλια είναι απενεργοποιημένα.